Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Βενιζέλος, Σαμαράς, Παπαδήμος λεηλάτησαν μετρητά των ΑΕΙ, ΤΕΙ ,Νοσοκομείων ΕΟΦ κλπ

 Λεηλάτησαν... ΑΕΙ, ΤΕΙ, νοσοκομεία!


Τραβούν τα μαλλιά τους οι πρυτάνεις των ελληνικών πανεπιστημίων, οι πρόεδροι των ΤΕΙ και οι διοικητές των δημόσιων νοσοκομείων. Ξαφνικά, ο ένας μετά τον άλλον ανακαλύπτουν ότι οι καταθέσεις που είχαν τα ιδρύματα των οποίων προΐστανται στην Τράπεζα της Ελλάδος... έχουν κάνει φτερά σχεδόν ολοσχερώς! Το κεντρικό τραπεζικό ίδρυμα της χώρας, χωρίς να τους ρωτήσει, κατ' εντολήν της κυβέρνησης είχε μετατρέψει εν κρυπτώ τα αποθεματικά των ΑΕΙ, των ΤΕΙ και των νοσοκομείων σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία στη συνέχεια... «κούρεψε» με το περιβόητο PSI - δηλαδή καταλήστεψε τα λεφτά των ανώτατων και ανώτερων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των δημόσιων νοσοκομείων!

Οσο πιο συνετή και συντηρητική διαχείριση έκανε το κάθε ίδρυμα τόσο μεγαλύτερη ζημιά υπέστη με το κόλπο αυτό.

Οσο πιο πολλές καταθέσεις είχε δηλαδή στα αποθεματικά του, τόσο πιο πολλά ομόλογα αγόρασε η Τράπεζα της Ελλάδος και επομένως τόσο πιο πολλά λεφτά έχασε το ίδρυμα που αντί να σκορπάει και να ξοδεύει τα λεφτά του, τα αποταμίευε. Καλά να πάθει!

Ακρως αποκαλυπτικό το πάθημα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, το οποίο αναδείχθηκε σε «πρωταθλητή του κουρέματος με την ψιλή»: του έφαγε η κυβέρνηση... 31 εκατομμύρια ευρώ! Δεύτερο σε απώλειες το Πανεπιστήμιο της Αθήνας που έχασε 13 εκατομμύρια, ακολουθεί το Πάντειο με απώλειες 8 εκατομμυρίων και πάει λέγοντας.

Η λεηλασία δεν άφησε τίποτα όρθιο. Πάνω από 120 εκατομμύρια ευρώ είχαν 17 πανεπιστήμια της χώρας σε καταθέσεις τους στην Τράπεζα της Ελλάδος για τις λειτουργικές τους ανάγκες. Ε, από αυτά σχεδόν τα... εκατό «πάν' και τούρκεψαν»! Τους τα λεηλάτησε η κυβέρνηση με το κόλπο του PSI. Τους άφησε μόνο 33 εκατομμύρια ευρώ καταθέσεις - και μάλιστα σε έξι ΑΕΙ δεν άφησε ούτε ένα ευρώ! Τους άφησε 33, τους πήρε 87 εκατομμύρια - δηλαδή τους έφαγε το 72,5% των καταθέσεών τους! Γερή μπάζα.


Τα ΤΕΙ μπορεί να είναι πιο φτωχά, είναι όμως πιο πολλά - γι' αυτό και οι δικές τους καταθέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδος «γδάρθηκαν» δεόντως. Οπως κατήγγειλαν οι αλλόφρονες πρόεδροί τους, από τα 150 εκατομμύρια ευρώ που είχαν καταθέσει, η κυβέρνηση τους έφαγε τα 100 και τους άφησε 50 εκατομμύρια.

Το «κούρεμα» μέσω PSI των δικών τους αποθεματικών ανήλθε στο ύψος του 68% των καταθέσεων που διατηρούσαν στην Τράπεζα της Ελλάδος, όπως ακριβώς κατήγγειλε η έκτακτη σύνοδος των προέδρων των ΤΕΙ.

Πρώτο θύμα μεταξύ τους το ΤΕΙ της Αθήνας, το οποίο είδε εν μια νυκτί τις καταθέσεις του να πέφτουν από τα 11 εκατομμύρια στο... 1,9 - μείωση δηλαδή 82,7%!

Το ΤΕΙ Θεσσαλονίκης μπορεί να έχασε κάπως λιγότερα σε απόλυτα νούμερα από τα 9,1 εκατομμύρια που έχασε της Αθήνας καθώς αυτό έχασε «μόνο» 8 εκατομμύρια ευρώ. Δημιούργησε όμως ένα κυριολεκτικά αχτύπητο ποσοστό λεηλασίας: από τα 8.200.000 που είχε σε καταθέσεις, η κυβέρνηση του έφαγε τα... 8.020.000 ευρώ και του άφησε μόνο 180.000! Πρόκειται για αρπαγή του... 97,8% (!!!) των καταθέσεών του στην Τράπεζα της Ελλάδος. Ασύλληπτο ποσοστό, ομολογουμένως.

Αγριο χέρι έβαλε η κυβέρνηση και στα αποθεματικά των νοσοκομείων, αν και εκεί μέχρι στιγμής αποκρύπτονται τα συγκεντρωτικά στοιχεία των απωλειών. Από όσα έχουν διαρρεύσει αποσπασματικά και με την επιφύλαξη ότι αυτά δεν είναι επίσημα στοιχεία από τους διοικητές των νοσοκομείων, στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης π.χ. λέγεται ότι τα ταμειακά του διαθέσιμα από 10 εκατομμύρια ευρώ που ήταν μειώθηκαν στο... 1 εκατομμύριο.

Εν ολίγοις, αλίμονο σε όποιον οργανισμό, ίδρυμα κ.λπ. διατηρούσε καταθέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδος. Τώρα θρηνεί και οδύρεται. Οπως π.χ. το Τεχνικό Επιμελητήριο (ΤΕΕ), το οποίο στις 9 Μαρτίου είχε καταθέσεις ύψους 2.781.569 ευρώ και στις 12 Μαρτίου, τρεις μέρες αργότερα, είχαν καταποντιστεί σε 850.622 ευρώ - η κυβέρνηση δηλαδή του χρέωσε για το «σωτήριο κούρεμα» του PSI... 1.930.947 ευρώ, ήτοι το 70% το κεφαλαίου.

ΑΠΩΛΕΙΕΣ
Αφησε ερείπια το... «σωτήριο κούρεμα»


Εκτός από τα μέλη της κυβέρνησης, κανένας δεν δείχνει ενθουσιασμένος από την «ιστορική επιτυχία» του PSI. Μάλιστα, όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότεροι φορείς διαπιστώνουν ότι έχουν «κουρευτεί» κι αυτοί χωρίς ούτε να το ζητήσουν ούτε να το περιμένουν. Πανεπιστήμια και ΤΕΙ απειλούνται με κλείσιμο μετά τη λεηλασία των αποθεματικών τους. Στα νοσοκομεία δεν έχουν σε πολλές περιπτώσεις να πληρώσουν ούτε καν τους τρέχοντες λογαριασμούς, όσο και αν σιωπούν οι διορισμένοι διοικητές τους για την επερχόμενη καταβαράθρωση του δημόσιου συστήματος υγείας που σε λίγο θα προσλάβει καταστροφικές διαστάσεις. Μέχρι και τα αποθεματικά του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκου λεηλάτησε η κυβέρνηση - είχε 106 εκατομμύρια και του πήρε τα 74. Μήπως δεν σωθήκαμε τόσο πολύ;

Γιώργος Δελαστίκ
Εθνος 30-03-2012

Τις Βερσαλλίες της πολιτικής μας φτώχιας τις αναγνωρίζετε.
Η τελευταία φωτό από την Realnews 1-4-2012

Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

Οι Ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα. Από τον Μητσοτάκη στον Παπαδήμο


ΟΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΣΤΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΟ

Του ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ*
Ο κύκλος των ιδιωτικοποιήσεων που φθάνει στο απόγειό του τώρα, με τις ρητές εντολές της Τρόικας για άνευ όρων και ορίων ξεπούλημα και του τελευταίου ίχνους δημόσιας περιουσίας, άνοιξε επί κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη (1990-1993). Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα από τις αγγλοσαξονικές χώρες όπου η νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση έκανε τα νηπιακά της βήματα, λίγο – πολύ όμως σε συγχρονισμό με τις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Τα τεράστια βήματα που πραγματοποιήθηκαν προς όφελος του ιδιωτικού κεφαλαίου και σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος εκείνα τα χρόνια καθιστούν την συγκεκριμένη χρονική περίοδο χωρίς υπερβολή καθοριστική για την μετέπειτα πορεία των ιδιωτικοποιήσεων.


Αξίζει αρχικά να δούμε τις κοινωνικές δυνάμεις που υπαγόρευσαν αυτή τη ρήξη με το παρελθόν των προηγούμενων μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων. Επί Μητσοτάκη έφθασε στο αποκορύφωμά της η οικονομική κρίση που σοβούσε το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980. Η βιομηχανική παραγωγή το 1990 σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο μειώνεται κατά 2,8%, το 1991 κατά 0,9%, το 1992 κατά 1,3% και το 1993 μειώνεται κατά 3,3%. Οι άνεργοι από 254.000 το 1990 αυξάνονται κατά 100.000 και το 1993 φθάνουν τους 351.000. Φαίνεται επομένως ότι η όξυνση της οικονομικής κρίσης έδωσε ώθηση στις ιδιωτικοποιήσεις, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα. Κι αυτό συνέβη για δύο κυρίως λόγους: Πρώτο, ως ένα τρόπο αύξησης της λιμνάζουσας κερδοφορίας με τα ιδιωτικά κεφάλαια να βρίσκουν ασφαλές καταφύγιο σε «παρθένους» μέχρι τότε τομείς οικονομικής δραστηριότητας που ως γνώρισμα έχουν τα υψηλά ποσοστά κέρδους. Κατά δεύτερο, οι κρίσεις ευνοούν τις ιδιωτικοποιήσεις γιατί η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος μειώνει το κόστος εργασίας καθώς με ισχύ φυσικού νόμου κάθε μεταβίβαση κρατικής περιουσίας στον ιδιωτικό τομέα συνοδεύεται από ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων κι επίσης από μειώσεις προσωπικού ακόμη και απολύσεις.
Ο νόμος που καθόρισε το πλαίσιο και το περιεχόμενο των ιδιωτικοποιήσεων ήταν ο Ν.2000/91. Της ψήφισής του προηγήθηκαν δύο άλλοι νόμοι (1892/1990 και 1914/1990) οι οποίοι σύντομα κρίθηκαν ανεπαρκείς. Με βάση τον συγκεκριμένο νόμο περιγράφηκαν οι ακόλουθες μορφές ιδιωτικοποίησης: πώληση του συνόλου ή μέρους των μετοχών εταιρείας που ανήκει στο δημόσιο, εισαγωγή στο χρηματιστήριο και πώληση του συνόλου ή μέρους των μετοχών, πώληση στοιχείων ενεργητικού ή παθητικού, μίσθωση στοιχείων, ανάθεση της διαχείρισης (του μάνατζμεντ στα ...ελληνικά), κ.α. Πρόβλεψε επίσης την άρον – άρον εκκαθάριση των προβληματικών επιχειρήσεων και όρισε ασφυκτικές προθεσμίες στο πλαίσιο των οποίων έπρεπε να δράσουν οι αρμόδιοι υπουργοί. Συνολικά ιδιωτικοποιήθηκαν 111 επιχειρήσεις στις οποίες απασχολούνταν 129.000 εργαζόμενοι από τους 208.000 που απασχολούσε τότε ο δημόσιος επιχειρηματικό τομέας[1], ενώ καταργήθηκε η επίσημη τιμή πώλησης στα καύσιμα, στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» της αγοράς, που μοναδικό αποτέλεσμα είχε την εκτόξευση της τιμής της.


Δύο, από τις σημαντικότερες έτσι κι αλλιώς, προσπάθειες ιδιωτικοποίησης της περιόδου 1990-1993 αποδεικνύονται πολύτιμες σήμερα για να αντιληφθούμε τις αντιφάσεις και τα όρια του εγχειρήματος. Το πρώτο σχετίζεται με την προσπάθεια ιδιωτικοποίησης των αστικών λεωφορείων της Αθήνας (ΕΑΣ). Η κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη επιχειρώντας να δώσει φιλολαϊκό προφίλ στην πολιτική της ιδιωτικοποίησης, παραχώρησε τα λεωφορεία σε μεμονωμένους ιδιώτες στο πρόσωπο των οποίων επιχειρήθηκε να ενσαρκωθεί ο λαϊκός καπιταλισμός, μέσω πολυμετοχικών εταιρειών. Πολύ γρήγορα ωστόσο η απότομη επιδείνωση των παρεχόμενων υπηρεσιών μετακίνησης και η αλληλεγγύη που δημιουργήθηκε προς τους απολυμένους οδηγούς της ΕΑΣ (όταν έγινε αντιληπτός κι ένας επιπλέον στόχος της ιδιωτικοποίησης που ήταν η συντριβή πρωτοπόρων εργατικών σωματείων) έστρεψε το κοινωνικό ρεύμα εναντίον της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα οι καθημερινές ιδεολογικές – πολιτικές αντιπαραθέσεις ακόμη και συμπλοκές για τα αστικά λεωφορεία να αποτελούν πυορροούσα πληγή για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Το δεύτερο πολύ διδακτικό παράδειγμα σε ό,τι αφορά τα διακυβεύματα των ιδιωτικοποιήσεων σχετίζεται με την προσπάθεια ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρήκε απέναντί της όχι μόνο την κοινωνική πλειοψηφία που ήθελε ο τηλεπικοινωνιακός οργανισμός να παραμείνει δημόσιος αλλά και τμήματα της εγχώριας οικονομικής ελίτ. Η σύγκρουση μαζί τους ήταν τόσο σφοδρή που παρήγαγε και το νεολογισμό τότε περί διαπλεκομένων, με αφορμή σχετική δήλωση του πρωθυπουργού. Στο κέντρο της αντιπαράθεσης βρέθηκαν οι προμήθειες του ΟΤΕ από εγχώριες επιχειρήσεις που διατηρούσαν προνομιακή σχέση με τον οργανισμό και κατ' αυτό τον τρόπο λυμαίνονταν τους δημόσιους πόρους. Πλευρές τις οποίες η νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα αναδείκνυε στην προσπάθεια της να δυσφημίσει το δημόσιο τομέα εμφανίζοντας τον ως ταυτόσημο της διαφθοράς, παραγνωρίζοντας βέβαια πως ο άλλος πόλος της σχέσης διαφθοράς ήταν ιδιωτικός.


Το παράδειγμα του ΟΤΕ (που δεν γλύτωσε στη συνέχεια την ιδιωτικοποίηση από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ) υπογραμμίζει πως τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, υπό ένα πρίσμα, είναι πορώδη. Στην πραγματικότητα οι δημόσιες επιχειρήσεις επιτελούσαν ανέκαθεν ένα διττό ρόλο: προήγαγαν μεν το δημόσιο συμφέρον, παρέχοντας φθηνή και αποτελεσματική ενέργεια, μετακινήσεις και τηλεπικοινωνίες, ταυτόχρονα όμως οι ίδιες αυτές υπηρεσίες που αποτελούν ταυτόχρονα και πρώτη ύλη για τον ιδιωτικό τομέα συνέβαλαν στην κερδοφορία του. Ενίοτε οι ΔΕΚΟ, ειδικότερα, προσέφεραν την κρίσιμη εκείνη μάζα παραγγελιών, στο πλαίσιο σχέσεων διαφθοράς και κατασπατάλησης δημόσιου χρήματος, που συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη εθνικών βιομηχανιών (βλέπε Ιντρακόμ). Κατά συνέπεια αν και η ιδιωτικοποίηση μιας δημόσιας επιχείρησης ισοδυναμεί αδιαμφισβήτητα με την υπονόμευση του δημόσιου συμφέροντος, η κρατική ιδιοκτησία της ποτέ δεν εξυπηρετούσε αποκλειστικά και μόνο το δημόσιο συμφέρον.
Η ακύρωση από τις μετέπειτα κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ (και συγκεκριμένα της βραχύβιας του Α. Παπανδρέου) των ιδιωτικοποιήσεων στα αστικά λεωφορεία και την Ολύμπικ Κέτερινγκ, όσο κι αν πρόσφερε μια πρόσκαιρη ανακούφιση καθώς ικανοποίησε ένα λαϊκό αίτημα, δεν σήμανε την αναίρεση της πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων της ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ και ειδικότερα οι κυβερνήσεις Κ. Σημίτη έδωσαν μεγαλύτερο βάθος σε αυτή την πολιτική και προετοίμασαν τους όρους για τη σημερινή σχεδιαζόμενη εκποίηση. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία διαδραμάτισε ο νόμος 2414/1996 που μετέτρεψε σε Ανώνυμες Εταιρείες 31 ΔΕΚΟ. Τέθηκε σε κίνηση έτσι ένα ντόμινο που στη συνέχεια οδήγησε στην εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο, επίσης στην κατάργηση της μονιμότητας των εργαζομένων τους με νόμο του υπουργού Οικονομικών, Γ. Αλογοσκούφη, το Νοέμβριο του 2005 και τέλος στην σημερινή τους συρρίκνωση (ΟΣΕ) ή πλήρη ιδιωτικοποίηση (ΟΤΕ), κατά διαταγή των έξι μέχρι σήμερα Μνημονίων.


Εκείνη την εποχή βέβαια τα στελέχη της κυβέρνησης Κ. Σημίτη υποστήριζαν ότι οι «μετοχοποιήσεις» ή μερική δηλαδή εισαγωγή μετοχικού τους κεφαλαίου στο χρηματιστήριο δεν σημαίνουν ιδιωτικοποίηση. Επί αυτού έχουν ιδιαίτερη σημασία οι επισημάνσεις της Συμβούλου Επικρατείας, Μαρίας Καραμανώφ[2]:
«...Πρέπει να διευκρινιστεί ένα ζήτημα, ως προς το οποίο υπάρχει σήμερα κάποια σύγχυση. Αφορά την λεγόμενη «μερική ιδιωτικοποίηση, την περίπτωση δηλαδή κατά την οποία το κράτος εξακολουθεί να μετέχει μιας μερικώς ιδιωτικοποιημένης δημοσίας επιχειρήσεως, διατηρώντας κάποιο ποσοστό του μετοχικού της κεφαλαίου. Ωρισμένοι αποδίδουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην συμμετοχή αυτή, με την αντίληψη ότι η κατοχή από το κράτος του 51% ή έστω του 34% του μετοχικού κεφαλαίου έχει κρίσιμη σημασία, διότι εγγυάται την υπέρ του δημοσίου συμφέροντος λειτουργία της επιχειρήσεως και διασφαλίζει τον δημόσιο χαρακτήρα της. Η άποψη αυτή είναι εσφαλμένη. Το ποσοστό συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο μιας εν μέρει ιδιωτικοποιημένης επιχειρήσεως έχει μεν κρίσιμη σημασία, πλην όμως αποκλειστικώς και μόνο εξ επόψεως συνεπειών του εμπορικού νόμου, ο οποίος και διέπει την λειτουργία της (έλεγχος της πορείας της επιχειρήσεως, δικαιώματα μειοψηφίας κ.λπ).


Σε καμμία όμως περίπτωση η ιδιότης ενός εκ των μετόχων ως δημοσίου φορέως δεν μπορεί να μετατρέψει την φύση της εταιρείας από ιδιωτική σε δημοσία, ή έστω δημοσίου ενδιαφέροντος. Και τούτο, διότι στον σημερινό νομικό κόσμο δεν είναι δυνατόν μια επιχείρηση να δουλεύει δυοίν κυρίοις, να λειτουργεί δηλαδή ταυτόχρονα με κριτήρια ιδιωτικού και δημοσίου συμφέροντος. Από τη στιγμή που μια δημόσια επιχείρηση ιδιωτικοποιείται, έστω και σε ελάχιστο ποσοστό του μετοχικού της κεφαλαίου, μεταπηδά αναγκαίως ως αδιάσπαστο σύνολο από τον χώρο του δημοσίου στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Αυτό σημαίνει ότι, ανεξάρτητα αν το αντικείμενο των εργασιών της επιχειρήσεως παραμένει ονομαστικά το ίδιο (λ.χ. παραγωγή και διανομή ενέργειας, ταχυδρομικές υπηρεσίες κοκ) η φύση της αλλάζει ριζικά και ο σκοπός της καθίσταται αποκλειστικά και μόνον κερδοσκοπικός. Σε αυτό το κέρδος και μόνον αποβλέπουν και δικαιούνται να αποβλέπουν οι μέτοχοι, είτε κατέχουν το 51% είτε το 34% είτε το 5% της επιχειρήσεως, η δε έννομη τάξη, τόσο η ελληνική όσο και η ευρωπαϊκή, τους έχει εξοπλίσει με ολόκληρο πλέγμα εγγυήσεων, οι οποίες διασφαλίζουν ότι κάθε εμπορική εταιρεία, όπως είναι η έστω και μερικώς ιδιωτικοποιημένη δημόσια επιχείρηση, θα λειτουργεί με σκοπό το μέγιστο δυνατό κέρδος».
Οι κυβερνήσεις του Κ. Σημίτη δεν χρεώνονται μόνο ότι έθεσαν σε τροχιά ιδιωτικοποίησης όλες τις ΔΕΚΟ, αλλά επίσης και την εισβολή του ιδιωτικού τομέα στα δημόσια έργα ή τις υπηρεσίες. Ποιος θυμάται για παράδειγμα σήμερα την προσπάθεια εξυγίανσης της Ολυμπιακής Αεροπορίας από την θυγατρική της Μπρίτις Αιργουέις, Σπίντγουινγκ, το 1999, έναντι αδρού τιμήματος, που κατέληξε σε φιάσκο; Παρότι μάλιστα η σύγκρουση συμφέροντος – με τη θυγατρική ενός ανταγωνιστή να αναλαμβάνει ρόλο συμβούλου – ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Επίσης, ποιος λογοδότησε για την αποτυχία του συγκεκριμένου προγράμματος εξυγίανσης που ήταν ένα από τα πολυάριθμα που «έτρεξαν» από το 1975 όταν αγόρασε την εταιρεία το ελληνικό δημόσιο από τον Αριστοτέλη Ωνάση μέχρι τον Μάρτιο του 2009, που πέρασε στα χέρια του Ανδρέα Βγενόπουλου;
Ακόμη περισσότερες αντιφάσεις έρχονται στην επιφάνεια αν δούμε ποια εταιρεία είναι αυτή που αγόρασε την Ολυμπιακή. Η MIG λίγο ακόμη και θα δημιουργήσει το «υπερμονοπώλιο». Έχοντας στο χαρτοφυλάκιο της την ιδιοκτησία τραπεζών, χρηματιστηριακών, εταιρειών πληροφορικής και ακίνητης περιουσίας, αλυσίδων έτοιμου φαγητού, ναυτιλιακής, νοσοκομείου, ξενοδοχειακής και άλλων, υπάρχει κάποιος που μπορεί να υποστηρίξει χωρίς να προκαλέσει γέλιο ότι οι ιδιωτικοποιήσεις συμβάλουν στην ανάπτυξη τον ανταγωνισμού; Η ίδια απορία γεννάται αν δούμε και την τύχη που είχαν η Ιονική Τράπεζα και η Εργασίας. Η εξαγορά τους από την Άλφα Μπανκ και την Γιούρομπανκ αντίστοιχα δεν ενόχλησε κανέναν υπέρμαχο των ελεύθερων αγορών που χαιρέτησαν την εξαφάνισή τους από τον τραπεζικό χάρτη εγκωμιάζοντας την δημιουργία λίγων και καλών τραπεζών. Τα ιδιωτικά μονοπώλια προφανώς ακόμη κι αν δεν υπάρχουν πρέπει να δημιουργηθούν, με την αρωγή του κράτους. Τα κρατικά μονοπώλια αντίθετα οφείλουν να εξαφανιστούν γιατί προκαλούν στρεβλώσεις στην αγορά.


Οι κυβερνήσεις του Κ. Σημίτη επίσης έδωσαν μια μεγάλη ώθηση στις ιδιωτικοποιήσεις μέσω της ανάθεσης των λεγόμενων μεγάλων και των ολυμπιακών έργων στους ιδιώτες, αναπροσαρμόζοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο λειτουργίας των υπηρεσιών που ανέλαβαν την διαχείρισή τους. Η δημιουργία ιδιωτικών εταιρειών άλλωστε ήταν προϋπόθεση από την μεριά της ΕΕ για την παραχώρηση των χρηματοδοτήσεων μέσω των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης την δεκαετία του '90 και μετέπειτα. Ο ρόλος της ΕΕ στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων ήταν καθοριστικός πολύ πριν η Τρόικα απαιτήσει την μαζική ιδιωτικοποίηση όσων μετοχών των ΔΕΚΟ έχουν απομείνει στα χέρια του δημοσίου. Αναφέρει χαρακτηριστικά το Ινστιτούτο Εργασίας ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ[3] σε ειδική μελέτη του για το δημόσιο ιδιοκτησιακό καθεστώς στα λιμάνια και στον κλάδο πετρελαίου:
«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση διαδραματίζει από την πλευρά της πρωταρχικό ρόλο στην υλοποίηση των παραπάνω εξελίξεων (σσ. απελευθέρωση αγορών, προγράμματα ιδιωτικοποίησης). Η οικοδόμηση της ενιαίας αγοράς, η απελευθέρωση των αγορών (και ειδικότερα των δραστηριοτήτων δικτύου, όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες, κ.λπ) καθώς και η επιβολή περιοριστικών μακροοικονομικών πολιτικών, διαμορφώνουν έναν περιοριστικό πλαίσιο για τις δημόσιες επιχειρήσεις. Η τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού, η απαγόρευση των επιδοτήσεων και σε γενικές γραμμές η γενίκευση του ανταγωνισμού, θέτουν σήμερα σε αμφισβήτηση την ικανότητα των δημόσιων επιχειρήσεων να εκπληρώσουν την αποστολή που θεμελιώνει την ίδια τους την ύπαρξη, δηλαδή την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, την παροχή της καθολικής υπηρεσίας, την υλοποίηση μακροπρόθεσμων επενδυτικών έργων καθώς και την διασφάλιση της κοινωνικής αλληλεγγύης και της γεωγραφικής συνοχής».
Αν δίπλα από την ΕΕ (η οποία από την Συνθήκη της Ρώμης ακόμη, το 1957, πολύ πριν δηλαδή την Συνθήκη του Μάαστριχτ προωθούσε τις ιδιωτικοποιήσεις και την απελευθέρωση της αγοράς) βάλουμε και το ΔΝΤ (που εργολαβικά προωθεί τις ιδιωτικοποιήσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη) τότε αντιλαμβανόμαστε τις Συμπληγάδες στις οποίες θα συντριβούν οι ελληνικές ΔΕΚΟ. Ο στόχος που είχε τεθεί στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο, τον Ιούλιο του 2011, εν είδει όρου για να εγκριθεί η δόση του δανείου, ήταν το ελληνικό δημόσιο να συγκεντρώσει 50 δις. ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις μέχρι το 2015. «Το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι αυτή την περίοδο το μεγαλύτερο στον κόσμο», αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2012, όπου αποσιωπάται όμως το τεράστιο κοινωνικό κόστος που θα συνοδεύσει το ξεπούλημα της ελληνικής δημόσιας περιουσίας. Αυτό πολύ σύντομα αποκλειστικά στην ...Catastroika!
[1] Καζάκος Π. (2001), Ανάμεσα σε κράτος και αγορά, Οικονομία και οικονομική πολιτική στη μεταπολεμική Ελλάδα, εκδ. Πατάκη, σελ. 468.
[2] Καραμανώφ Μ. (2010), Τα όρια των ιδιωτικοποιήσεων, βιώσιμο κράτος και δημόσια κτήση, (Εκδ. Π. Κυριακίδη), σελ. 138.
[3] ΙΝΕ ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ, (2007) Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση, Ετήσια έκθεση 2007. Σελ. 236-237.

*Δημοσιεύθηκε στο aristeroblog.gr

Αναδημοσίευση από το περιοδικο UNFOLLOW ΤΕΥΧΟΣ 3 ΦΛΕΒΆΡΗΣ 2012.

Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

Η Ελλάδα ευρωπαικό προτεκτοράτο

 Η Ελλάδα ευρωπαϊκό προτεκτοράτο

Η 21η Φεβρουαρίου 2012 θα είναι, πλέον, για την Ελλάδα, η ημερομηνία της Μεγάλης Παράδοσης. Είναι η μέρα, που με την υπόσχεση ενός δεύτερου πακέτου ευρωπαϊκής βοήθειας, η ελληνική κυβέρνηση αποδέχτηκε τους εξευτελιστικούς όρους που επέβαλε « η συμμορία του τριπλού Α » κατά τη σύνοδο του Eurogroup, την οποία ελέγχει η Γερμανία : δρακόντειες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες, περικοπές στους κατώτατους μισθούς του ιδιωτικού τομέα και στις συντάξεις, απόλυση 150.000 δημοσίων υπαλλήλων, αύξηση της φορολογίας, μαζικές ιδιωτικοποιήσεις…


Κι όμως, οι Έλληνες είχαν ήδη υποστεί ένα πραγματικό « χρηματοπιστωτικό πραξικόπημα », στις 10 Νοεμβρίου, όταν το Βερολίνο τους επέβαλε μια τρικομματική κυβέρνηση, αποτελούμενη από τους σοσιαλδημοκράτες, τους συντηρητικούς και τους ακροδεξιούς, υπό τον Λουκά Παπαδήμο, πρώην αντιπρόεδρο της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας. Όμως, η θυσία τους, ύστερα από την απίστευτα σκληρή θεραπεία-σοκ που υφίστανται επί τέσσερα χρόνια, δεν ωφέλησε σε τίποτα.
Αυτή τη φορά, το χτύπημα είναι ακόμα σοβαρότερο, γιατί από την Αθήνα ζητήθηκε μια τεράστια παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας, « πιθανόν, η μεγαλύτερη που εκχωρήθηκε από μια χώρα σε καιρό ειρήνης ». [1] Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα τέθηκε υπό την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, πλέον, σε ότι αφορά στον προϋπολογισμό και τα δημοσιονομικά της, δεν έχει παρά μια « περιορισμένη κυριαρχία ».


Η επίθεση που δέχτηκε η Ελλάδα ήταν αναμενόμενη. Άλλωστε, αποτελεί άριστο μέσο παραδειγματισμού προς τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν δυσκολίες (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία). Ήδη από τον Ιούλιο του 2011, ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και πρόεδρος του Eurogroup [2] προειδοποιούσε : « Η εθνική κυριαρχία της Ελλάδας θα περιοριστεί σημαντικά ». [3] Και στις 27 Ιανουαρίου, φέτος, η βρετανική εφημερίδα « Financial Times » έδωσε στη δημοσιότητα ένα γερμανικό έγγραφο που καλούσε την Αθήνα να υποδεχτεί έναν μόνιμο επίτροπο με δικαίωμα βέτο, για να επιβλέπει τον προϋπολογισμό του κράτους και να μπλοκάρει κάθε μη επιτρεπτό από τους πιστωτές της Ελλάδας έξοδο. Τέλος, την παραμονή της συμφωνίας, σε συνέντευξή του στο γερμανικό εβδομαδιαίο περιοδικό « Der Spiegel », ο Βόλκερ Κάουντερ, ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) στο Κοινοβούλιο, προχώρησε ακόμα περισσότερο, ζητώντας την αποστολή στην Ελλάδα « γερμανών δημοσίων υπαλλήλων για να βοηθήσουν στη δημιουργία μιας αποτελεσματικής χρηματοπιστωτικής διοίκησης ». Το ίδιο αίτημα, εξάλλου, διατύπωσε και ο ίδιος ο υπουργός Οικονομίας της χώρας, Φίλιπ Ρέσλερ.


Δεν φτάσαμε ακόμα εκεί, αλλά η συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου προβλέπει « τη μόνιμη παρουσία στην Ελλάδα μιας αποστολής της Κομισιόν » για να ελέγχει και να επιβλέπει τον ισολογισμό, καθώς και « μια ενισχυμένη παρουσία της τρόικας για να επιβλέπει σε μόνιμη βάση την εξυπηρέτηση του χρέους ».
Τα κεφάλαια που μεταφέρθηκαν στο πλαίσιο της βοήθειας θα τοποθετηθούν σ’ έναν κλειστό λογαριασμό, στον οποίο μόνο η τρόικα θα έχει πρόσβαση και όχι η ελληνική κυβέρνηση. Ο λογαριασμός αυτός θα χρησιμεύσει αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση του εθνικού χρέους και όχι για την πληρωμή των μισθών και των συντάξεων. Τα νέα ομόλογα του ελληνικού κράτους δεν θα υπόκεινται πλέον στον ελληνικό νόμο, αλλά στον βρετανικό… Και σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Αθήνας και των ιδιωτών πιστωτών της, αυτή θα κρίνεται στο Λουξεμβούργο και όχι στην Ελλάδα… Δεν είναι ακόμα επίσημο, αλλά όλα δείχνουν ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν είναι πια κυρίαρχο κράτος.



Σιωπηρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση πέρασε σε ένα νέο στάδιο. Στο εξής, τα δυνατά κράτη (εκείνα που έχουν « τριπλό Α » συν η Γαλλία) απαιτούν από όλα τα υπόλοιπα, ιδιαίτερα τις χώρες της περιφέρειας, να αλλάξουν καθεστώς. Δεν πρόκειται ακριβώς για καθεστώς αποικίας, όμως μοιάζει πολύ μ’ ένα είδος διοίκησης το οποίο οι μεγάλες δυνάμεις εφάρμοζαν την αποικιοκρατική περίοδο, το προτεκτοράτο.


Για τους αποικιοκράτες, το προτεκτοράτο ήταν ένας τρόπος να επεκτείνουν την πολιτική και διοικητική τους επιρροή και να θέτουν υπό επιτήρηση ξένα εδάφη από τα οποία επιθυμούσαν να αρπάξουν τα πλούτη τους, χωρίς, ωστόσο, να επιβαρυνθούν με τα μειονεκτήματα και τα έξοδα που προϋποθέτει μια ξεκάθαρη προσάρτηση. Η διαφορά με την αποικία είναι ότι « το προστατευόμενο κράτος » διατηρεί επίσημα τους θεσμούς του, αλλά παραχωρεί στην « προστάτιδα δύναμη » την εξωτερική του πολιτική και κυρίως την οικονομία του και το εξωτερικό εμπόριο.
Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο παρακολουθούμε, στους κόλπους της Ε.Ε. και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης, από την αρχή (το 2008) της χρηματοπιστωτικής κρίσης, την εμφανή απώλεια της κυριαρχίας των πιο αδύναμων κρατών. Είναι η προκαταρτική φάση, πριν από το θλιβερό τελικό στάδιο του « ευρωπαϊκού προτεκτοράτου », για το οποίο ωριμάζει η Ελλάδα.


Τον Σεπτέμβριο του 2001, η Άνγκελα Μέρκελ πρότεινε ένα νέο πρότυπο, την « marktkonforme demokratie » (δημοκρατία συμβατή με την αγορά), το οποίο προσδιόρισε κάπως έτσι : « Η κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού είναι προνόμιο του Κοινοβουλίου, πρέπει όμως να βρούμε τρόπους, ώστε η δημοκρατική αυτή απαίτηση να είναι συμβατή με τις επιταγές της αγοράς ». [4] Η αγορά είναι πλέον το σημείο αναφοράς : τις εκλογικές αποφάσεις δεν τις παίρνουν πια οι πολίτες αλλά τα χρηματιστήρια, οι τράπεζες και οι κερδοσκόποι. [5]


Η νέα αυτή αντιδημοκρατική φιλοσοφία κερδίζει σιγά σιγά την Ευρώπη. Μεταφράζεται σε νόμους και συνθήκες που περιορίζουν όλο και περισσότερο το περιθώριο ελιγμών των κυβερνήσεων και λειτουργούν ως « αυτόματος πιλότος » για να καθυποτάξουν τις κοινωνίες και να τις οδηγήσουν με υφέρποντα και μυστικό τρόπο προς μια ομόσπονδη Ευρώπη. Από αυτήν την άποψη, η τιμωρία της Ελλάδας είναι το μοντέλο που απειλεί κάθε απείθαρχη ευρωπαϊκή χώρα. Και θα γίνει και επίσημα κανόνας τον ερχόμενο Ιούλιο, όταν επικυρωθεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM – Μόνιμο Ταμείο Διάσωσης).


Σχεδιασμένο από την Άνγκελα Μέρκελ και επικυρωμένο από τον Νικολά Σαρκοζί, το ESM είναι μια νέα διακυβερνητική οργάνωση, ένα είδος ευρωπαϊκού ΔΝΤ. Για την ώρα, περνά προς επικύρωση από τα εθνικά κοινοβούλια, χωρίς δημόσιο διάλογο, [6] παρ’ όλο που, εξαιτίας των χαρακτηριστικών του, μπορεί να έχει καταστροφικές επιπτώσεις στους πολίτες. Πράγματι, το ESM προβλέπει χρηματοπιστωτική βοήθεια σε χώρες που την έχουν ανάγκη, υπό την προϋπόθεση να παραχωρήσουν ένα μέρος της κυριαρχίας τους, αποδεχόμενες την εποπτεία της ευρωπαϊκής τρόικας και υιοθετώντας αδίστακτα σχέδια προσαρμογής.
Το ESΜ είναι δομικά τμήμα του « Φορολογικού Συμφώνου », που υιοθετήθηκε στις 30 Ιανουαρίου από 25 από τους 27 αρχηγούς κρατών της ΕΕ. Το πραγματικό όνομα του τρομερού αυτού συμφώνου είναι « Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση » [7] και είναι επίσης αποτέλεσμα μιας γερμανικής απαίτησης. Θα υποχρεώνει τα κράτη που το υπογράφουν να εγγράφουν στο Σύνταγμά τους (ή τουλάχιστον σε έναν νόμο) τον περίφημο « χρυσό κανόνα » για τη διατήρηση του ελλείμματος του προϋπολογισμού σε ποσοστό μικρότερο από το 5% του ΑΕΠ. Οι χώρες που δεν θα σέβονται αυτόν τον περιορισμό θα βρίσκονται υπόλογες στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και θα υφίστανται σοβαρές κυρώσεις.


Ο Καρλ Μαρξ διαβεβαίωνε ότι στη βιομηχανική εποχή οι κυβερνήσεις ήταν απλώς τα διοικητικά συμβούλια της μπουρζουαζίας. Παραφράζοντάς τον, θα μπορούσαμε να πούμε ότι σήμερα, στην εποχή της « Ευρώπης του “λιταρχισμού” » [8] της Άνγκελα Μέρκελ, οι κυβερνήσεις γίνονται τα διοικητικά συμβούλια των αγορών. Ως πότε ;
Πηγή και μετάφραση:@valia_kaimaki
http://monde-diplomatique.gr/
Ο Ramonet Ignacio είναι διευθυντής της Ισπανικής έκδοσης της « Le Monde diplomatique »

[1] « El País », Μαδρίτη, 21-2-12
[2] Συντονίζει και επιβλέπει τις οικονομικές πολιτικές και στρατηγικές των χωρών της Ευρωζώνης. Συμμετέχουν οι υπουργοί Οικονομικών και Οικονομίας των χωρών αυτών, οι οποίοι συναντιούνται μία φορά τον μήνα
[3] Συνέντευξη στο γερμανικό περιοδικό « Focus » 4-7-11
[4] Δήλωση στο κρατικό γερμανικό ραδιόφωνο Deutschlandfunk, 1-9-11
[5] Βλ. Rafael Poch, « Un documento alemán pide un comisario para Grecia », « La Vanguardia », Βαρκελώνη, 28-1-12
[6] στις 21 Φεβρουαρίου, η γαλλική Βουλή επικύρωσε τη συμφωνία που επιτρέπει τη δημιουργία του ESM. Η πλειοψηφία των σοσιαλιστών βουλευτών δεν ψήφισε ενάντια
[7] (ΣτΜ) Ή αλλιώς ενισχυμένο σύμφωνο σταθερότητας Βλ. http://consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/el/ec/127642.pdf.
[8] (ΣτΜ) λογοπαίγνιο με τις λέξεις λιτότητα και αυταρχισμός

Σχετικά Άρθρα:

 

Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

Μια σκανδαλώδης Ηλίαση


Μια σκανδαλώδης Ηλίαση

 Και ξαφνικά η Ελλάδα γέμισε με μη κερδοσκοπικές εταιρείες που μαζεύουν σκουπίδια, με κανάλια που δεντροφυτεύουν και σκαλίζουν σχεδόν ευλαβικά κόπρανα σκύλων, και επιχειρηματίες που ανακάλυψαν ξαφνικά πως πρέπει να σώσουν τον πλανήτη.

Στους κεντρικούς δρόμους, ανάμεσα στα κόκκινα «ενοικιάζεται» που κυριαρχούν πια, πινακίδες με pal  πράσινα χρώματα, περιγράφουν το νέο μέλλον της Ελλάδας. «Φτηνή, οικολογική ενέργεια».

Στις ομιλίες του πρώην πρωθυπουργού Γ Παπανδρέου, ο όρος «πράσινη ανάπτυξη», έχει μεγαλύτερη συχνότητα και από τα «θα» που κυριαρχούν στις ομιλίες πολιτικών. Πρόκειται για ένα όραμα κοντά στα άλλα που συνέθεταν τον ζεν χαρακτήρα του; Ο πρώην πρωθυπουργός προσέφερε επίσης το κύρος του στο συνέδριο του Ινστιτούτου για το Κλίμα και την Ενεργειακή Ασφάλεια (i4scence) στο οποίο μετέχει ο αδελφός του Αντρίκος Παπανδρέου. Έναν οργανισμό που προωθεί την ιδέα της πράσινη ανάπτυξης. Την ίδια περίοδο οι Τράπεζες, οι οποίες έχουν σταματήσει να δίνουν οποιοδήποτε επιχειρηματικό δάνειο, δίνουν δάνεια για πράσινη ενέργεια.

Εν ολίγοις τα χρόνια της κρίσης, η Ελλάδα έμελε να ζήσει στον παροξυσμό των πράσινων επενδύσεων. Τι συμβαίνει; Μέσα σε αυτό το νέο πολιτικό κλίμα της οικολογικής αθωότητας αναλαμβάνει το υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Μετά την «πετυχημένη» του πορεία στο υπουργείο Οικονομίας, ο κύριος Παπακωνσταντίνου έχει στρατηγικό στόχο την υλοποίηση του προγράμματος «Ήλιος» από το υπουργείο του.

Το πρόγραμμα «Ήλιος» έχει παρουσιαστεί ως ένα πρόγραμμα παραγωγής ηλιακής ενέργειας από την Ελλάδα, την οποία θα αγοράζει η Γερμανία και τα έσοδα, γύρω στα 25 δις, θα ξεχρεώνουν τμήμα του χρέους. Μια έκταση όσο η Χίος, θα στρωθεί με κάτοπτρα για να παραχθεί ενέργεια που θα μας σώσει. Πράσινη ανάπτυξη; Όχι, ένα αναπτυξιακό τρυκ που χρεώνει την Ελλάδα με ένα ακόμη δάνειο.

Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να παραχωρήσει δωρεάν τη γη για αυτήν τη δραστηριότητα για δεκαετίες. Στη συνέχεια να αγοράσει τη γερμανική βεβαίως τεχνολογία ύψους αρκετών δις. Αν υποθέσουμε πως θα μεταφερθεί η ενέργεια στην Γερμανία πρέπει να δημιουργηθούν πανευρωπαϊκά δίκτυα που στοιχίζουν πολύ περισσότερο από το κέρδος της επένδυσης. Επίσης αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει τεχνολογία που να επιτρέπει την μεταφορά της ενέργειας στη Γερμανία, δηλαδή σε τόσο μεγάλη απόσταση και χωρίς απώλειες. Άρα ή Ελλάδα αγοράζει την γερμανική υποδομή, χρεώνεται και δεν μπορεί να δώσει ενέργεια στην Γερμανία. Ένα project που θα ματαιωθεί με ευθύνη των «κακών και τεμπέληδων» ελλήνων, αλλά οι Γερμανοί θα έχουν εισπράξει το καλό χρήμα.
Το επικρατέστερο σενάριο όμως δεν είναι αυτό. Η Ελλάδα θα παράγει ενέργεια για την Γερμανία, αλλά αυτή η ενέργεια θα προωθείται στην Ελλάδα. Θα αγοράζουμε ηλεκτρική ενέργεια, που παράγεται στην Ελλάδα από την Γερμανία. Σε τιμές μάλιστα που δεν θα είναι αυτές της ΔΕΗ, αλλά των επιδοτούμενων φωτοβολταικών. Θα αγοράζει δηλαδή από την Ελλάδα 0,22 ευρώ ανά κιλοβατώρα και θα μεταπουλάει στην ίδια την Ελλάδα 0,35 ευρώ την κιλοβατώρα. Επίσης θα έχει τη δυνατότητα να προσαρμόσει την τιμολογιακή πολιτική μονομερώς. Να καθορίζει δηλαδή πόσο θα αγοράζουμε το ρεύμα το οποίο όμως θα πουλάμε στη σταθερή τιμή των 0,22 ευρώ ανά κιλοβατώρα.


Η Ελλάδα υλοποιεί το πρόγραμμα μετά την άρνηση της Ισπανίας να προχωρήσει σε μια τέτοια επένδυση ασύμφορη και σε καιρό κρίσης.
  Όλα αυτά τα σπουδαία και οικολογικά βρίσκονται σε εξέλιξη και θα ψηφιστούν σύντομα στην ελληνική Βουλή. Ο κ. Παπακωνσταντίνου θα φέρει σε πέρας μία ακόμη ευρωπαϊκή πολιτική, για να «σώσει» την χώρα. Η Ελλάδα θα υπογράψει ένα ακόμη ασύμφορο δάνειο, και κάποιοι βεβαίως θα πλουτίσουν. Εγχώριοι κατασκευαστές, αντιπρόσωποι, dealers της πράσινης ανάπτυξης κλπ.

Όλα αυτά σύντομα και ταυτόχρονα με μία μεγάλη επικοινωνιακή καμπάνια για την πράσινη σωτηρία που θα τρέχει καβάλα στα πράσινα άλογα της πολιτικής. Την Ηλίαση βεβαίως θα την πληρώσουμε εμείς.
Κώστας Βαξεβάνης    koutipandoras.gr