Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Πρελούδιο εξελίξεων

19.7.2016 / ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1926 στις 14-07-2016 Πρελούδιο εξελίξεων
Του Θεόδωρου Παπαηλία Τα αίτια και οι συνέπειες της εξόδου της Βρετανίας από την Ενωμένη Ευρώπη* Οι συζητήσεις εδώ και μήνες για το δημοψήφισμα στη Βρετανία στράφηκαν από όλα τα διεθνή μέσα και τους εμπλεκόμενους φορείς στα οικονομικά οφέλη ή στις ζημιές τόσο για την ίδια τη χώρα όσο και για την Ε.Ε. Εν πρώτοις η παραμονή της Βρετανίας εθεωρείτο βεβαία και, με εξαίρεση μερικές δημοσκοπήσεις, φαινόταν ότι η απόφαση θα έκλινε υπέρ της διατήρησης του υφιστάμενου καθεστώτος. Ως εκ τούτου, ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία της βουλευτού του Εργατικού Κόμματος Κοξ, το αποτέλεσμα εξέπληξε τους πάντες σχεδόν, ακόμη και τους υποστηρικτές του Brexit. Μολαταύτα, πολύ σημαντικότερο από τη συζήτηση για τις όποιες οικονομικές συνέπειες είναι η κατανόηση των αιτιών της πρωτοφανούς αυτής απόφασης. Η εξήγηση προκύπτει από τη διαφορετική πολιτική Ιστορία της χώρας και, συγκεκριμένα, από την ξεχωριστή εξέλιξη των θεσμών στην Αγγλία σε σχέση με την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό δηλοί ότι σε καμία χώρα της Ευρώπης δεν θα ανέκυπτε ένα σταθερό και όχι συγκυριακό κίνημα κατά της συμμετοχής στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Το γεγονός ότι υψώνονται κραυγές συχνά, όπως των ακροδεξιών στην Αυστρία ή της κυρίας Λεπέν στη Γαλλία, ή διατηρείται επί μακρόν η παρατεταμένη σκεπτικιστική διάθεση στην Ολλανδία, τη Φινλανδία ή αλλού (συστρατεύονται κατά της ενοποίησης) δεν πρέπει να συγχέεται με τη βρετανική ψήφο (και συγκεκριμένα με αυτήν της Αγγλίας). Η Ιστορία απαντά
Το πρώτο αίτιο απόκλισης της Αγγλίας από τα εν Ευρώπη συμβαίνοντα σχετίζεται με την πολιτική εξέλιξη. Στη χώρα αυτήν ανεπτύχθη ταυτόχρονα σχεδόν κατά τον 17ο-18ο αιώνα κάτι που διαφεύγει την προσοχή, το κοινοβουλευτικό σύστημα και η οικονομία της αγοράς. Ιδιαίτερα μετά την Ένδοξη Επανάσταση και τα Bill of Rights (1689) αναδύθηκαν τα πολιτικά κόμματα και ειδικότερα οι αντιλήψεις που μέχρι σήμερα επικρατούν. Όπως, δηλαδή, ο ψηφίζων ένα κόμμα κατ’ ουσίαν διέγραφε από τον ορίζοντά του τα άλλα, καθ’ όμοια λογική αυτός που αγόραζε ένα προϊόν από έναν επιχειρηματία αποδοκίμαζε πρακτικώς τους αντιπάλους του. Έτσι, η λογική του laissez faire, δηλαδή το σύστημα της ελεύθερης αγοράς με τις πολλές ανταγωνιστικές επιχειρήσεις (ο καπιταλισμός), εξελίχθη ταυτόχρονα με το καθεστώς της πολιτικής επιλογής, ήτοι τον κοινοβουλευτισμό (την αστική δημοκρατία). Υφίσταται τουτέστιν ενδογενής λογική που συνδέει τον οικονομικό μηχανισμό (τον καπιταλισμό) με την πολιτική τάξη των πραγμάτων (το αστικό πολίτευμα). Στην Ευρώπη όμως αυτά εισήχθησαν· δεν παρήχθησαν. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η Γαλλία, η οποία επί έναν αιώνα ταλανιζόταν από βίαιες εσωτερικές συγκρούσεις μεταξύ των οπαδών του Ancien Régime (της παλαιάς τάξης πραγμάτων) και εκείνων του νέου καθεστώτος (του κοινοβουλευτισμού ή της λαϊκής εκπροσώπησης).
Το δεύτερο αίτιο σχετίζεται με τον υφέρποντα εθνικισμό. Πολύ πριν το habeas corpus και την κυριαρχία της αγγλικής πολιτικής σκέψης από τον Locke μέχρι τον Burke, η Αγγλία είχε αποκρούσει την ισπανική απειλή και η καταστροφή της Ισπανικής Αρμάδας το 1588 επί Φιλίππου Β’ σημαδεύει τον υποβιβασμό της Ισπανίας από ηγέτιδα χώρα και τη σταδιακή άνοδο της Αγγλικής Αυτοκρατορίας. Η αυτοκρατορία αυτή δεν προέκυψε τυχαία, αλλά αποτέλεσε το ενδογενές αποτέλεσμα των αγγλικών περιφράξεων (enclosure) και της ανόδου του αγγλικού καπιταλισμού. Η ταχύτατη εκδίωξη των αγροτών από τις γαίες τους δεν δημιούργησε μόνο ένα τεράστιο προλεταριάτο, στηρίζοντας αποφασιστικά την αγγλική βιοτεχνία και επιχειρηματικότητα, αλλά προσέφερε και άφθονους μετανάστες. Τότε ξεκίνησε η Αγγλία να εποικίζει την Αμερική, 100 έτη μετά τους Ισπανούς και αρκετά χρόνια μετά τους Γάλλους και τους Ολλανδούς. Αυτό το εκτεταμένο αποικιακό κράτος που διευρύνθηκε κατά τον 17ο και 18ο αιώνα διατηρήθηκε επί 3,5 αιώνες διαδίδοντας τα αγγλικά ήθη καθώς και τη γλώσσα επί όλης της υδρογείου. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ανέλαβαν τα ηνία οι ΗΠΑ, αλλά εμφανώς το τέλος της αποικιοκρατίας διήρκεσε από το 1945 μέχρι το 1965. Έτσι, σε ένα μεγάλο τμήμα του αγγλικού πληθυσμού παραμένει ως παράγωγο η έννοια του αυτοκρατορικού μεγαλείου (βλέπε βασιλικές τελετές κ.λπ.). Η ιδεολογία, όπως θα πρέπει να είναι γνωστό, είναι ένα δύστηκτο μέταλλο και μεταβάλλεται πολύ αργότερα από τις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Τοιουτοτρόπως, η Ε.Ε. έρχεται σε αντίθεση με το μεγαλείο αυτό υποβιβάζοντας την Αγγλία, ηγέτιδα το πάλαι ποτέ, στην ίδια θέση με τις χώρες του Νότου ή τις Βαλτικές. Τρίτον, η αποβιομηχάνιση της Βρετανίας επήλθε τόσο ραγδαία που άφησε έντονα τα σημάδια στη χώρα. Το κράτος στο οποίο ξέσπασε η βιομηχανική επανάσταση πρωτοπορώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, σήμερα οδηγείται στις εσχατιές των ανεπτυγμένων χωρών. Σπάνια σε καταστήματα του Πρώτου Κόσμου, και όχι μόνον, θα συναντήσει κάποιος αγγλικό βιομηχανικό εμπόρευμα. Η χώρα διατηρείται – επί του παρόντος – ως κέντρο των χρηματοπιστωτικών εξελίξεων. Τη βαριά βιομηχανία της Αγγλίας συνθέτουν πλέον τα πανεπιστήμιά της, που διατηρώντας μια αίγλη, λόγω του πρακτικού χαρακτήρα που χαρακτηρίζει το εκπαιδευτικό σύστημα, επιβάλλονται επί όλης της Ευρώπης. Η καθιέρωση της αγγλικής γλώσσας στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στην Αυστραλία κ.λπ. επιβάλλει στον καθένα την εκμάθησή της· ακόμα και στη Γαλλία και τη Γερμανία λειτουργούν αγγλόφωνα τμήματα σε αρκετά τριτοβάθμια ιδρύματα και η γαλλική έχει υποστεί καθολική έκλειψη, όπως και η γερμανική, σε όλο τον κόσμο.
Η αποβιομηχάνιση Ωστόσο, πέραν των ανωτέρω εξελίξεων στη χώρα αυτή διαγράφονται εντονότερα τα αίτια, τα οποία εν πολλοίς προσδιορίζουν και τις αγγλικές τάσεις και σύντομα τις ευρωπαϊκές. Οι βιομηχανίες από όλη την ήπειρο οδεύουν στις αναπτυσσόμενες χώρες. Εξαίρεση, μερική, αποτελεί η Γερμανία η οποία – όχι όμως μελλοντικά επί μακρόν – διατηρεί τη δυναμική της στη βιομηχανική παραγωγή. Έτσι, οι συνέπειες της μεταφοράς της παραγωγής από τη Δύση στα αναπτυσσόμενα κράτη οδήγησαν από το 1980 και μετά στην κατάρρευση του κράτους πρόνοιας. Οι πετρελαϊκές κρίσεις το 1973 και 1979 αποτέλεσαν το προανάκρουσμα και επιδείνωσαν μια εξέλιξη που αχνοφαινόταν. Οι πολυεθνικές σταδιακά μεταφέρουν την παραγωγή τους στα λιγότερο ανεπτυγμένα εδάφη. Τα φορολογικά έσοδα υποσκάπτονται και το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα καρκινοβατεί. Η επιβολή σε βάθος χρόνου (1950-1980) υψηλών φορολογικών συντελεστών – άνω του 60% – είχε ως απόρροια να συγκροτηθεί μια συμμαχία στρωμάτων της μεσαίας τάξης με την ανώτερη, με αποτέλεσμα οι πολιτικές Thatcher (1979) και Reagan (1980) να κυριαρχήσουν αρχικά στα κράτη αυτά και ακολούθως στην υπόλοιπη υδρόγειο. Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού θα καταργήσει το αντίπαλο δέος και συνεπώς ο νεοφιλελευθερισμός θα αποθεωθεί.
Οι επιπτώσεις αυτής της εξέλιξης ήταν να οδηγηθεί στο περιθώριο μεγάλο τμήμα των φτωχότερων νοικοκυριών και του χαμηλότερου τμήματος της μεσαίας τάξης. Η κοινωνία των 2/3 θα προβάλει. Αυτό δημιουργεί πολύπλευρες επιδράσεις. Τμήμα των χαμηλότερων στρωμάτων οδηγείται – όπως και στον Μεσοπόλεμο – στα δεξιά του πολιτικού συστήματος. Ο εθνικισμός, ως εκ τούτου, θα επανακάμψει και τα κόμματα που τον εκφράζουν θα ανέλθουν. Οι συνέπειες αυτές εντοπίζονται – αλλού περισσότερο, αλλού λιγότερο – σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Άρα, οι αυταρχικές και οι εθνικιστικές λύσεις είναι μια προφανής οδός. Τουτέστιν, οι τάσεις αυτές, της επικράτησης αρχικά του φιλελευθερισμού (1980-2000) και της παραλαβής ακολούθως της σκυτάλης από την αυταρχική απάντηση και τον εθνικισμό, παρουσιάζονται ως σχετικά αναμενόμενες ή ίσως αδήριτες. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το 1950 η Δυτική Ευρώπη προσέφερε το 28% του παγκόσμιου ΑΕΠ έναντι 29% της Βόρειας Αμερικής και 10% της αναπτυσσόμενης Ασίας. Το 2050, με συντηρητικές παραδοχές, τα μερίδια θα είναι 7%, 11% και 48%. Περιοχές 1950 2010 2050 Ευρώπη 28% 19% 7% Β. Αμερική 29% 22% 11% Αναπτυσσόμενη Ασία 10% 27% 48% Πηγή: IMF, Citi Investment Research & Analysis (2011) Άρα, όλη η Ευρώπη περιθωριοποιείται και αποβιομηχανίζεται. Ο εθνικισμός (λαϊκιστές στην Ιταλία, εθνικιστές σε Αυστρία - Γαλλία κ.λπ.) τείνει να εκδιώξει το φιλελεύθερο πρόσωπο της Ευρώπης. Οι φωνές για επανεθνικοποίηση, για διώξιμο των μεταναστών εντείνονται. Ταξική ψήφος Στη Βρετανία τουλάχιστον το 40% των φτωχότερων στρωμάτων ψήφισε υπέρ της εξόδου. Γι’ αυτούς τα αίτια είναι οι μετανάστες (Πολωνοί, Ανατολικοευρωπαίοι). Η μεσαία τάξη κατά 55% ψήφισε υπέρ του Brexit (εδώ τα αίτια είναι η αποβιομηχάνιση, το χαμένο αυτοκρατορικό μεγαλείο και λιγότερο η μετανάστευση). Πρόκειται για μικροεπιχειρηματίες, που οι επιχειρήσεις τους καταρρέουν εξαιτίας των φτηνών τιμών της παραγωγής του Τρίτου Κόσμου (τα προϊόντα του οποίου παράγονται από το αγγλικό και ευρωπαϊκό κεφάλαιο, δηλαδή από τους μεταναστεύοντες οικονομικούς πόρους), ή για μισθωτούς που η πολιτική που καθορίζει το Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο (λόγου χάριν η ελευθερία εισόδου των Ανατολικοευρωπαίων στο νησί, οι οποίοι με το γλίσχρο μισθό τους συμπιέζουν τα εισοδήματα) τους εξαγριώνει. Εδώ εντοπίζεται και μία εξίσου βαρύνουσα, ίσως η σημαντικότερη, αιτία της ψήφου υπέρ της εξόδου. Θα πρέπει δηλαδή να υπενθυμίσουμε ότι υπάρχουν δύο σχολές σκέψης στην πολιτική: η πρώτη δίνει το προβάδισμα στο άτομο, η ατομοκεντρική, και η δεύτερη επιτρέπει προτεραιότητα στο σύνολο, η συλλογική. Από τον αγγλικό φιλελευθερισμό (από τον 17ο αιώνα και ύστερα) επικράτησε η σχετική υπεροχή του ατόμου έναντι των συλλογικών ενεργειών. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ελληνικά ομόλογα μετά το PSI τίθενται υπό το αγγλικό δίκαιο και όχι κάτω από κάποιο γαλλικό, ιταλικό, γερμανικό. Η ανταγωνιστική άποψη, δηλαδή η συλλογική, ότι η κοινωνία διαθέτει την υπεροχή έναντι του ατόμου, κυριαρχεί στη Δυτική Ευρώπη. Όπως αναφέρθηκε στα προηγούμενα, η εξέλιξη των θεσμών στην Αγγλία δημιουργεί την αγγλική ιδιαιτερότητα. Όθεν, ο μέσος Άγγλος απέναντι στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και την αλλότρια αντίληψη (κοσμοθεωρία) της εξοργίζεται, νιώθει άβολα. Άρα, υπέρ της παραμονής της χώρας στην Ε.Ε. ψήφισαν οι επιχειρηματίες του χρήματος, ένα μέρος της μεσαίας τάξης που εμφορείται από τα ευρωπαϊκά ιδεώδη και αποδέχεται τον περιορισμένο πλέον ρόλο της Αγγλίας (έχει συμβιβασθεί με την πραγματικότητα) στα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα και ένα τμήμα των φτωχών –ιδιαίτερα στη Σκωτία – που στις κοινοτικές επιδοτήσεις και γενικότερα στην ευρωπαϊκή προστασία βρίσκει θαλπωρή. Οι θέσεις που διατυπώθηκαν μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος από μέρος της καθεστηκυίας τάξης στην ήπειρο, όπως και από το ιερατείο των Βρυξελλών και μερίδα των Γερμανών («να φύγουν γρήγορα») είναι γελοίες. Είναι αλήθεια – για τους λόγους που αναφέρθηκαν – ότι από την εποχή της Thatcher παρέμεινε στην ημερήσια διάταξη η έντονη αγγλική ιδιαιτερότητα, και ο αγγλικός συντηρητικός κόσμος – δέσμιος του προγονικού μεγαλείου – αδυνατούσε να αποδεχθεί τον ρόλο ενός απλού κράτους ή ιπποκόμου των γραφειοκρατών, δίπλα στα άλλα. Στο όριο αντοχής Ωστόσο αναδύεται κάτι χειρότερο: η Ε.Ε. περιορίζεται. Οι αναπτυσσόμενες χώρες με τον τεράστιο πληθυσμό (βλέπε διάγραμμα) και τις μεγάλες παραγωγικές δυνατότητες, οι οποίες δημιουργούνται κατά κύριο λόγο από το ευρωπαϊκό και αμερικάνικο κεφάλαιο – κλασική αντίφαση του καπιταλισμού – θα σκοτεινιάσουν τον δυτικό ορίζοντα (βλ. Πίνακα 1). Η κρίση του μεταναστευτικού (η αθρόα εισαγωγή παράτυπων μεταναστών από την Ασία) φανέρωσε τα όρια της αντοχής της συνοχής της Ε.Ε. Η στάση της τελευταίας απέναντι στην Ελλάδα δείχνει το αυστηρό της πρόσωπο. Η γερμανική πολιτική –βίαιη προσαρμογή των εξόδων στο ύψος των εσόδων – δημιουργεί οικονομική και κοινωνική ερήμωση. Η μείωση των εσόδων (που συμπαρασύρει σε κατάρρευση τις δαπάνες) πηγάζει από την ελάττωση της φορολογικής επιβάρυνσης της μεσαίας τάξης και από τη σχετική ασυλία του κεφαλαίου. Η τελευταία – που πραγματοποιείται μέσω της κάμψης της φορολογίας των επιχειρήσεων – υλοποιείται ως ύστατο ανάχωμα και ως θωπεία, προκειμένου να μην εγκαταλείψει το κεφάλαιο τα ευρωπαϊκά εδάφη (είναι σαν οι εχθροί να έχουν φθάσει στην τρίτη γραμμή των λεγεώνων). Για ένα διάστημα οι φτωχοί της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (από τη Βουλγαρία μέχρι την Κροατία και από τη Σλοβακία μέχρι τη Λετονία) εφοδιάζουν τη μηχανή με καύσιμο, αποτρέποντας την κατάρρευση. Είναι προς συζήτηση το για πόσο διάστημα θα διατηρηθεί αυτή η κατάσταση. Υπ’ αυτήν την έννοια η διεύρυνση των «12» το 2004 και 2007, τουτέστιν η επέλαση του Τρίτου Κόσμου – δηλαδή των χωρών αυτών – εντός της Ε.Ε., προσωρινώς τη διασώζει. Εάν όμως συνεχισθεί η παγκοσμιοποίηση, τότε οι ελπίδες παραμονής του κεφαλαίου στις περιοχές αυτές θα χλομιάσουν. Η Ασία και η Αφρική θα αποτελούν την ελκυστικότερη λύση. Συνεπώς, η αγγλική ψήφος πιθανότατα συνιστά το πρελούδιο των μελλοντικών εξελίξεων. * Το κείμενο αυτό, σε γενικές γραμμές, παρουσιάσθηκε την επομένη του δημοψηφίσματος σε συνέντευξη στην πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή της ΕΡΤ.

Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

Γερμανία: Παραλυμένη από το σοκ του Brexit

Γερμανία: Παραλυμένη από το σοκ του Brexit Μπαλή Κ. Δημοσίευση:στην ΑΥΓΗ 26 Ιουνίου 2016 19:00 Ο Ιούνιος για τους Γερμανούς πολίτες είχε μόνο δύο ειδήσεις: Το Euro και το Brexit. Το πρώτο τους απασχόλησε και τους απασχολεί ομολογουμένως παραπάνω. Είναι -μέχρι τώρα- λόγος χαράς και μια ευκαιρία να επιδεικνύουν με πολιτικά ορθό τρόπο τον πατριωτισμό τους. Το δεύτερο τους απασχόλησε μέχρι την Πέμπτη... Ο Ιούνιος για τους Γερμανούς πολίτες είχε μόνο δύο ειδήσεις: Το Euro και το Brexit. Το πρώτο τους απασχόλησε και τους απασχολεί ομολογουμένως παραπάνω. Είναι -μέχρι τώρα- λόγος χαράς και μια ευκαιρία να επιδεικνύουν με πολιτικά ορθό τρόπο τον πατριωτισμό τους. Το δεύτερο τους απασχόλησε μέχρι την Πέμπτη ως επερχόμενος κίνδυνος, που τον ξόρκιζαν από το πρωί ώς το βράδυ, κι από το πρωί της Παρασκευής ώς περίπου... Αρμαγεδδώνα. Δεν ήταν μόνο το σύνολο του γερμανικού Τύπου που έλεγε “μη φεύγετε”, με το «Spiegel» να κάνει την έκκληση πρωτοσέλιδο και δη και στα αγγλικά. Δεν ήταν μόνο η αγωνία για τις αναταράξεις στην οικονομία, σε μια Ευρώπη βυθισμένη στην κρίση - έστω κι αν αυτή δεν τη βιώνουν οι Γερμανοί. Το πιο χαρακτηριστικό ήταν το σύνηθες ερώτημα που έθεταν οι δημοσιογράφοι σε κάθε τηλεοπτικό πάνελ στους πολιτικούς, αλλά και σε οικονομικούς παράγοντες: “Αν φύγει η Βρετανία, όσο δύσκολος εταίρος κι αν είναι, ποιος θα είναι ο βασικός μας σύμμαχος για να πείθουμε -κάποιοι έλεγαν “πιέζουμε”- τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να τηρούν τη δημοσιονομική πειθαρχία”; Οι απαντήσεις ήταν κάθε φορά ασαφείς. Κανείς δεν ήθελε να πιστέψει ότι οι Βρετανοί θα φύγουν. Κι οι... απαισιόδοξοι φρόντιζαν να κατηγορούν την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ ότι δεν είχε αρκετά «στενές» σχέσεις με τον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον, ότι, για παράδειγμα, συντονιζόταν μόνο με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ όταν πήγαινε στο Μινσκ να διαπραγματευτεί με τη Ρωσία το ουκρανικό. Λες και αν η βρετανογερμανική σχέση ήταν πιο αναβαθμισμένη, οι ψηφοφόροι στο Λονδίνο ή το Μάντσεστερ θα ήθελαν να μείνουν αγκαλιά με τους Γερμανούς, αυτούς “που νικήσαμε σε δύο πολέμους”.
O "απρόθυμος ηγεμόνας"... Κι όταν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε βγήκε πρώτος -εβδομάδες πριν- να απειλήσει τους Βρετανούς με το “έξω σημαίνει έξω”, ελάχιστοι αρθρογράφοι τού θύμισαν ότι οι απειλές δεν... αρέσουν. Οι περισσότεροι συστημικοί περιορίζονταν να προειδοποιούν για τις επιπλέον ευθύνες που θα υποχρεωθεί να αναλάβει ο “απρόθυμος ηγεμόνας” -η Γερμανία, δηλαδή- συνέβαινε... το μοιραίο. Κάποιοι πιο ρηξικέλευθοι -μαζί τους και στελέχη της Αριστεράς και των Πράσινων, σπανίως και κάποιος Σοσιαλδημοκράτης- έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για το πόσο μη ελκυστική είναι πλέον η Ευρώπη “του νεοφιλελευθερισμού και του γερμανικού μερκαντιλισμού” για τους λαούς της. Και επέμεναν ότι, με Brexit ή χωρίς, η Ευρώπη πρέπει να θυμηθεί τις ιδρυτικές αξίες της, να γίνει πιο δημοκρατική, πιο αλληλέγγυα, πιο διαφανής. Και μετά ήρθε το Brexit. Το μεγάλο σοκ. “Κι όμως, ο ήλιος ανέτειλε και σήμερα” ήταν το πρώτο πικρό σχόλιο του προέδρου της γερμανικής Βουλής Νόρμπερτ Λάμερτ, που ανήκει στη... φιλελεύθερη, άκρως ευρωπαϊκή τάση των Χριστιανοδημοκρατών.
...κι ο χαμένος σύμμαχος Η καγκελάριος βγήκε με επιδεικτική ψυχραιμία να μιλήσει για το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος, αποφεύγοντας τις εκκλήσεις και τους δραματικούς τόνους, προσπαθώντας να ακουστεί... ρουτινιάρικη, με τα ίδια αποσπάσματα που έχει πλειστάκις χρησιμοποιήσει σε πολλές ευρωπαϊκές ομιλίες της. Κι όμως, πολλοί εκτιμούν ότι η 24η Ιουνίου ήταν για τη Μέρκελ η πιο δύσκολη μέρα της καγκελαρίας της. Περισσότερο από την ημέρα που άνοιξε τα σύνορα στους πρόσφυγες, περισσότερο από την ημέρα που αποφάσισε να ανατρέψει την ενεργειακή της πολιτική μετά το πυρηνικό δυστύχημα της Φουκουσίμα. Σ' αυτά ήξερε πώς να αντιδράσει, ακόμη κι αν το κόμμα της έμενε... άφωνο με την αντίδραση. Όσο για την ελληνική κρίση, είχε το κόμμα -πλην ελαχίστων-, τις κυβερνήσεις συνασπισμού της και την κοινή γνώμη με το μέρος της. Αλλά στο Brexit; Η Μέρκελ ξέρει καλά ότι δεν μπορεί να αντιδράσει. Άλλωστε, το δυνατό της χαρτί δεν ήταν ποτέ το όραμά της για την Ευρώπη. Τι επαναλαμβάνει πάντα; “Στην Ε.Ε. ζει το 7% του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά η Ε.Ε. ξοδεύει το 50% των κοινωνικών δαπανών παγκοσμίως”. Και τι συνάγει απ' αυτό; Ότι η Ευρώπη πρέπει να γίνει πιο ανταγωνιστική στην παγκοσμιοποίηση, ότι η Ευρώπη χρειάζεται την ΤΤΙΡ, ότι οι κοινοτικοί εταίροι -πρώτη απ' όλους η Γαλλία- πρέπει να “μεταρρυθμίσουν” την αγορά εργασίας τους. Σ' αυτά το Λονδίνο ήταν ο καλύτερος σύμμαχος του Βερολίνου. Και τώρα βγαίνει απ' το παιχνίδι. Το καλό σενάριο είναι να μπει στο παιχνίδι -αλλά ως αντίβαρο της πολιτικής της Μέρκελ- ο νυν κυβερνητικός εταίρος της, οι Σοσιαλδημοκράτες. Και να παλέψουν στ' αλήθεια γι' αυτό που δήλωσαν μετά το σοκ του δημοψηφίσματος: Για μια επανίδρυση της Ευρώπης. Το κακό σενάριο είναι, μόλις ξεμουδιάσουν απ' το σοκ, να επιστρέψουν στα... καρικώματα. Αλλά οι τρύπες στο ευρωπαϊκό πουλόβερ είναι πολύ μεγάλες και μπορεί να ξηλωθεί. Γιούνκερ: Δεν το λες μεγάλο έρωτα! Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ βιάζεται να ξεκινήσει το παζάρι για το διαζύγιο με τους Βρετανούς, καθώς θέλει να κόψει τη φόρα άλλων επίδοξων... φυγάδων. Αλλά ο Ντέιβιντ Κάμερον θέλει να κερδίσει χρόνο και είπε -σχεδόν βουρκωμένος- ότι πρέπει ένας άλλος καπετάνιος να πάρει στα χέρια το τιμόνι του πλοίου «Βρετανία» το φθινόπωρο, για να το πάει στον επόμενο προορισμό της. Μερικές ώρες αργότερα, το βράδυ της Παρασκευής, ο πρόεδρος της Κομισιόν επανήλθε δριμύτερος σε συνέντευξη στο γερμανικό κανάλι ARD. Εφόσον οι Βρετανοί αποφάσισαν να φύγουν, οι διαπραγματεύσεις πρέπει να ξεκινήσουν αμέσως, είπε ο Γιούνκερ, και υπενθύμισε σε εξίσου λυρικό ύφος στον Κάμερον ότι η Βρετανία δεν ήταν ποτέ ερωτευμένη με την Ευρώπη, οπότε πρέπει να βρεθούν γρήγορα πρακτικές λύσεις. «Δεν πρόκειται για ένα φιλικό διαζύγιο, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν επρόκειτο ακριβώς και για μια σφοδρή ερωτική σχέση» είπε ο Γιούνκερ. Άρα, γιατί πρέπει να περιμένουμε μέχρι τον Οκτώβριο;